Της Νατάσσας Γρατσάνη
52 χρόνια μετά το Πολυτεχνείο, η εικόνα της Μαρίας Δαμανάκη, ως συνεργάτιδα της ΝΔ τα τελευταία δύο χρόνια, υπό την ιδιότητα του μέλους της οργανώσεως OCEAN 5 (αποκάλυψη που έκανε η ίδια στην εφημερίδα «Το Βήμα»), προκαλεί ένα βαθύ και αναπόφευκτο ερώτημα για την πορεία των ιστορικών προσώπων μέσα στον χρόνο. Πώς γίνεται ένα πρόσωπο που χαράχτηκε στη συλλογική μνήμη ως σύμβολο αντίστασης, ελευθερίας και δημοκρατικού αγώνα απέναντι σε ένα αυταρχικό καθεστώς — η «φωνή του Πολυτεχνείου», η φοιτήτρια που τόλμησε να μιλήσει όταν απαγορευόταν ακόμη και η ανάσα — να εμφανίζεται σήμερα να υποστηρίζει προτάσεις που, στην κοινή αντίληψη, συνιστούν υποχώρηση από εθνικά δικαιώματα και ελευθερίες;
Η κ. Δαμανάκη με την πιο πάνω της σημερινή ιδιότητα, εμφανίζεται ως υποστηρίκτριας της θέσεως περί «κοινού θαλάσσιου πάρκου» στα Δωδεκάνησα και συμφωνίας για χωρικά ύδατα «έως» 12 ναυτικά μίλια, σύμπραξη δηλαδή με την Τουρκία για ένα κοινό πάρκο τονίζοντας μάλιστα ότι εύχεται να υπάρξει κάτι τέτοιο και ότι θα κάνει ότι μπορεί να το βοηθήσει αν αποφασιστεί.
«Μπορούμε να προχωρήσουμε σε μια κοινή πρωτοβουλία για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος στο Αιγαίο», δήλωσε.
Η πρόταση για συν-διαχείριση στο Αιγαίο, ή για ένα «κοινό θαλάσσιο πάρκο» με την Τουρκία, δεν είναι μια ουδέτερη περιβαλλοντική ιδέα. Εντάσσεται σε μια περίοδο που η ελληνική κυριαρχία αμφισβητείται συστηματικά, οι αξιώσεις της Τουρκίας κλιμακώνονται, και η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει με δυσπιστία κάθε πρωτοβουλία που μπορεί να εκληφθεί ως παραχώρηση. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η στάση της κ. Δαμανάκη δεν διαβάζεται απλώς ως πολιτική πρόταση, αλλά ως μετατόπιση: από το σύμβολο αντίστασης, στο πρόσωπο που εισηγείται έναν δρόμο συμβιβασμών.
Δεν πρόκειται μόνο για μια διαφορά εποχών. Το Πολυτεχνείο συμβόλισε τη διεκδίκηση της ελευθερίας· σήμερα, η πρόταση για συν-διαχείριση μοιάζει να αποδέχεται έναν περιορισμό της. Το Πολυτεχνείο μίλησε για κυριαρχία του λαού· σήμερα, η συζήτηση αγγίζει την απώλεια κυριαρχίας στη θάλασσα. Το τότε υπερασπιζόταν τα αυτονόητα· το τώρα μοιάζει να παζαρεύει τα αυτονόητα.
Και έτσι, καθώς πλησιάζει η 17η Νοεμβρίου, αναδύεται το κρίσιμο ερώτημα:
Τι σημαίνει για την ιστορική μας μνήμη όταν τα πρόσωπα που ταυτίστηκαν με την ελευθερία εμφανίζονται να εισηγούνται κινήσεις που αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα όριά της;
Αυτό το ερώτημα δεν αφορά μόνο τη Μαρία Δαμανάκη. Αφορά όλους μας — και τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τη συνέχεια της δημοκρατίας, της αντίστασης και της εθνικής ευθύνης, από το 1973 μέχρι σήμερα.
Και ίσως αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση της φετινής 17ης Νοεμβρίου: να αναμετρηθούμε όχι μόνο με το παρελθόν μας, αλλά και με εκείνους που το εκπροσώπησαν. Να θυμηθούμε ότι η Ελευθερία δεν είναι τρόπαιο που κατακτήθηκε το ’73 και απλώς φυλάσσεται σε μια προθήκη μνήμης. Είναι ευθύνη καθημερινή — και απαιτεί εγρήγορση απέναντι σε κάθε απόπειρα συρρίκνωσής της, απ’ όπου κι αν προέρχεται.
Γιατί όταν μια φωνή που κάποτε καλούσε τον λαό σε αντίσταση αρχίζει σήμερα να ψιθυρίζει συμβιβασμούς, τότε δεν αλλάζει μόνο η φωνή. Αλλάζει και το μήνυμα.
Και σε μια εποχή που η Ελλάδα χρειάζεται καθαρές γραμμές, σταθερές θέσεις και ακέραιες πλάτες, δεν έχουμε την πολυτέλεια να αντιμετωπίζουμε την υποχώρηση ως «καινοτομία» ούτε την παραχώρηση ως «ειρήνη».
Το Πολυτεχνείο μας δίδαξε ότι η ελευθερία απαιτεί να λες το δύσκολο “όχι”.
Και σήμερα, αυτό το “όχι” είναι πιο αναγκαίο από ποτέ.