Πέμπτη 18.04.2024 ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ
29.05.2021 /

Πρόσθετο Πρόσωπο

Της Άννας Κρικέλη

Μυρουδιά από θειάφι και μούχλα αναδύονταν απ΄ τα σκοτεινά νερά. Το φως του φεγγαριού πάσχιζε να φτάσει μέχρι το Μεγάλο Κανάλι, αλλά τα αντικριστά παλάτια των Δόγηδων το εμπόδιζαν.

   Περπάτησα στο στενό παραπέτο, προσέχοντας πού πατάω. Λίγο πιο πάνω, από τη Γέφυρα των Στεναγμών μέχρι την πλατεία του Αγίου Μάρκου, και πιο πέρα, στο Μουράνο, το περίφημο γλέντι της Αποκριάς είχε ανάψει για τα καλά.

   Δεν  είχε περάσει λίγη ώρα από τη στιγμή που ένα ουρλιαχτό ήχησε παράταιρα με τη μουσική. Έσκισε τον αέρα και χάθηκε σαν να μην είχε ακουστεί ποτέ. Απόρησαν για μια στιγμή οι μασκοφόροι, αλλά κανείς δεν πρόσεξε μια αλλιώτικη λάμψη στο γεφυράκι της Via Maggiore. Μόνο εγώ που διαθέτω αστυνομικό δαιμόνιο προσέχω λεπτομέρειες.

   Απομακρύνθηκα κι άλλο απ΄ την οχλοβοή της φιέστας. Το νερό, ακίνητο, πηχτό. Μπορούσες να το μαχαιρώσεις. Ένας αρλεκίνος και τρεις κόμισσες, σχεδόν έπεσαν χορεύοντας επάνω μου. Ενοχλημένος, τους έβρισα με δυο τρεις διάσημες λέξεις από το Ιταλικό υβρεολόγιο.

   Μισώ τις μάσκες. Όχι γιατί κρύβεσαι πίσω από αυτές. Αυτός είναι άλλωστε ο ρόλος τους. Όλοι έχουμε ενίοτε την ανάγκη της προστασίας που μας παρέχει μια μεταμφίεση. Το ψευδόμορφο είναι εκείνο που με ενοχλεί. Το πρόσωπο που γίνεται προσωπείο είναι που δεν αντέχω. Το «mas que la cara», αυτό, το πρόσθετο πρόσωπο είναι που απεχθάνομαι. 

   Βρέθηκα να περιφέρομαι μόνος και ηττημένος μετά από μια ακόμα μάχη με τη Βιολέτα. Έκανε πράξη το όνειρό της να βρεθεί στο καρναβάλι της Βενετίας και παρέσυρε κι εμένα να το ζήσω με το ζόρι. Μάλλον με έσυρε, γιατί δεν μου αρέσουν οι γιορτές. Με έφερε προ τετελεσμένου με τα εισιτήρια, και τα ξενοδοχεία. Εγώ θα πάω έτσι κι αλλιώς, είπε. Κι έχω σκοπό να περάσω καλά, με ή χωρίς εσένα. Έβαλα την ουρά στα σκέλια – ως συνήθως – και την ακολούθησα. Σκυλάκι της ήμουν πάντα.

  Την άφησα στο Palazzo Rosa να βάζει τη στολή της με τα πέπλα, (σχεδόν με έδιωξε, γιατί της χαλούσα λέει τη διάθεση με τα μούτρα μου) και – άλλο που δεν ήθελα! – περπάτησα γρήγορα να φύγω όσο μπορούσα πιο μακριά από αυτήν και από τη βάναυση φασαρία των μασκαράδων. Το είχα ανάγκη. Πιστός στις προσταγές του τουριστικού μανιφέστου, απαθανάτιζα στιγμές. Και κάπου εκεί, ο ευρυγώνιος φακός του ενστίκτου μου αιχμαλώτισε κάτι που το συνηθισμένο μάτι είναι δύσκολο να συλλάβει: ένας ίσκιος! 

   Ο Σέρλοκ Χολμς σκίρτησε μέσα μου. Έσφιξα την καμπαρντίνα μου, τράβηξα μια γερή ρουφηξιά απ΄ την πίπα μου και…λοιπόν: πριν λίγο είχαμε μια κραυγή και μια λάμψη. Προφανώς έχουμε θύμα και θύτη. Το σκηνικό, προκλητικό για έναν ντετέκτιβ: θόρυβος, πολυκοσμία, και το κυριότερο, όλοι μασκαρεμένοι.

   Ένιωσα τα πόδια μου να μουλιάζουν. Έπρεπε να κατεβώ πιο χαμηλά σε τούτο το δυσώδες κανάλι. Εκείνος ο ίσκιος μπροστά μου, κινείται ύποπτα. Ίσα που προλαβαίνω να δω την άκρη του μανδύα του όπως τρέχει στα υγρά δρομάκια. Το φεγγάρι σε μια ύστατη προσπάθεια, χλωμός προβολέας, με βοήθησε να δω το χαμηλό, νεροφαγωμένο πορτάκι να ανοίγει και να καταπίνει τον ίσκιο. 

   Κράτησα την ανάσα μου. Στο μαύρο νερό, μπροστά μου, έπλεε νωχελικά το πέπλο. Λευκό, αστραφτερό, μαρτυριάρικο. Εδώ είμαστε, φώναξα τη σκέψη μου. Φτάνω στη λύση. Πίσω από αυτό το σφαλισμένο πορτάκι είναι η απάντηση. Πλησίασα. Λίγο έλειψε να πατήσω τη μάσκα. Άχρηστη πλέον, ήταν πεταμένη στο κατώφλι. Σκαρφάλωσα με κόπο στο σαθρό τοιχάκι που έφτανε μέχρι το παράθυρο. Ένιωθα γενναίος και έξυπνος. Μόλις λίγο χρόνο μου πήρε να λύσω το μυστήριο.

   Το παλιό παράθυρο του αρχοντικού ήταν κλειστό, όμως η υγρασία είχε κάνει τη δουλειά της. Κόλλησα το μάτι μου σε μια χαραμάδα. Κάτι βλέπω. Ακούω καθαρά τους χτύπος της καρδιάς μου. Να τος ο δολοφόνος! Τον βλέπω να βγάζει τη φορεσιά του. Φροντίζει μάλλον να απαλλαγεί από τα ενοχοποιητικά στοιχεία, σκέφτομαι. Μένει γυμνός. Το θύμα; πού είναι το θύμα; Να το, στο κρεβάτι. Αρχίσει να τη γδύνει. Βλέπω τα πέπλα της ένα ένα να πέφτουν στο πάτωμα. Θεέ μου! Θα κομματιάσει το πτώμα; Μα όχι…Τα χέρια της σηκώνονται και…τον αγκαλιάζουν! Τι στην ευχή! Δεν είναι δυνατόν!…Βιολέτα; 

                                                                                                                          

 

                                                                                                                      *Η Άννα Κρικέλη είναι θεολόγος

Ο «Ενεργός Πολίτης», στην προσπάθειά του να καλύψει ένα τοπικό «πολιτιστικό κενό», ανοίγει μια επιφυλλίδα με το όνομα «Λογοτεχνικές Ανάσες», στην οποία δίνει βήμα σε επίδοξους (κυρίως), αλλά και φτασμένους Τρικαλινούς – κατά προτίμηση – λογοτέχνες να παρουσιάσουν έργα τους. Στόχος η παροχή κινήτρων και η παρακίνηση για τη συγγραφή λογοτεχνικών κειμένων. Η θεματολογία είναι ελεύθερη. Το κάθε μικροδιήγημα δεν πρέπει να ξεπερνάει τις 500 λέξεις και πρέπει να έχει τίτλο. Τα κείμενα αποστέλλονται ηλεκτρονικά στη διεύθυνση nikolakisman@gmail.com αναφέροντας την ιδιότητα-επάγγελμα του συγγραφέα και επισυνάπτοντας (προαιρετικά) μια φωτογραφία πορτρέτο.
Την επιμέλεια της λογοτεχνικής επιφυλλίδας έχει ο Νίκος Μάντζιος, μαθηματικός, ειδικός παιδαγωγός, συγγραφέας και δάσκαλος της δημιουργικής γραφής.

[fbcomments]